Το φαινόμενο της βίας στο ελληνικό σχολείο
Κάποτε τα περιστατικά βίας και παραβατικότητας των ανηλίκων αποτελούσαν κάτι τελείως άγνωστο για την ελληνική πραγματικότητα. Οι ανησυχίες των γονέων περιορίζονταν μόνο στην επίδοση των παιδιών τους στα μαθήματα και ο χώρος του σχολείου ήταν για αυτά εξίσου ασφαλής με το σπίτι τους.
Συγκλονιστήκαμε όλοι μας στο άκουσμα τις απίστευτης αγριότητας που επέδειξε ο νεαρός σπουδαστής στη σχολή του ΟΑΕΔ στο Ρέντη, που γεμάτος οργή επεχείρησε να δολοφονήσει τους συμμαθητές του και μετά με ασύλληπτη αποφασιστικότητα αφαίρεσε με όπλο τη ζωή του σαν να μην την άντεχε άλλο. Από πού άντλησε όλο αυτό το μίσος, τι τον ώθησε να το κάνει και γιατί αντιμετώπισε τη ζωή του με τόση απαισιοδοξία;
Τα τελευταία χρόνια όμως παρουσιάζονται όλο και πιο συχνά περιστατικά βίας και παραβατικότητας σε Γυμνάσια, Λύκεια αλλά πλέον και σε Δημοτικά σχολεία, γεγονός που συγκλονίζει και πανικοβάλλει πολλές οικογένειες κυρίως των μεγάλων πόλεων. Η χώρα μας πλέον ζει έντονα την εποχή της παγκοσμιοποίησης και το μονοπολιτισμικό εκπαιδευτικό σύστημα που άλλοτε υπήρχε, αντικαταστάθηκε πλέον από ένα πολυπολιτισμικό και έντονα ποικιλόμορφο σύστημα στο οποίο η χώρα μας φαίνεται να μην έχει καταφέρει να προσαρμοστεί ακόμη.
Οι οικονομικές ανισότητες, οι καινούριες μορφές ψυχαγωγίας των παιδιών, ο έκδηλος ρατσισμός, η έλλειψη του απαραίτητου χρόνου των γονέων και τα λάθος πρότυπα είναι κάποιες από τις αιτίες που ευνοούν παραβατικές συμπεριφορές των παιδιών και δημιουργούν αυτό το πολυδιάστατο πρόβλημα που μέχρι πρότινος ήταν παντελώς άγνωστο στην Ελλάδα.
Μαθητές και εκπαιδευτικοί μπαίνουν άλλοτε στη θέση του θύματος και άλλοτε στη θέση του θύτη, διότι πολλές φορές η άσκηση βίας ξυπνάει την αντίδραση και την εκδικητική συμπεριφορά προκειμένου το θύμα να προφυλαχτεί και να σταματήσει το βασανιστήριο που υπόκειται, με αποτέλεσμα η βία να προκαλεί τη βία και αυτός ο φαύλος κύκλος να εντείνει το πρόβλημα εις βάρος κυρίως των παιδιών. Και όταν μιλάμε για βία δεν εννοούμε μόνο τη σωματική, αλλά και τη ψυχολογική και λεκτική βία, μορφές που κάποιες φορές είναι πιο επιβλαβείς για το παιδί από τη σωματική, εφόσον επηρεάζουν έντονα την ψυχοσύνθεσή του και τα σημάδια τους αργούν να επουλωθούν βασανίζοντας και προκαλώντας έναν μόνιμο φόβο στο θύμα.
Δυστυχώς, τις περισσότερες φορές γονείς και εκπαιδευτικοί γίνονται έρμαια αυτών των καταστάσεων, μη γνωρίζοντας πώς να καταπολεμήσουν ένα περιστατικό χωρίς να προκαλέσουν περαιτέρω προβλήματα, όπως το στιγματισμό κάποιου παιδιού και την άδικη επίρρηψη ευθυνών, γεγονός που πιθανόν να προκαλέσει μεγαλύτερα ξεσπάσματα θυμού και προβλήματα μεταξύ παιδιών και οικογενειών. Η θέση του εκπαιδευτικού είναι πολύ λεπτή σε τέτοιες καταστάσεις και οφείλει να κινηθεί με διακριτικότητα και απόλυτη συνεργασία με τις εμπλεκόμενες στο περιστατικό οικογένειες. Όμως σε πολλά σχολεία της χώρας, κυρίως όπου υπάρχει και ποικιλομορφία στο σύνολο των παιδιών, το φαινόμενο βρίσκεται σε μεγάλη έξαρση και οι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν καθημερινά την αδιαφορία αλλά συχνά και την επίθεση των οικογενειών των παραβατικών παιδιών, με αποτέλεσμα να μην καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με επιτυχία.
Γρονθοκοπήματα, απειλές με αιχμηρά αντικείμενα, ξεκαθάρισμα λογαριασμών με ραντεβού σε κάποια γειτονιά και γελοιοποίηση συνεσταλμένων παιδιών, είναι κάποια μόνο από τα περιστατικά που συμβαίνουν καθημερινά στον ελληνικό σχολικό χώρο και προκαλούν το φόβο παιδιών και γονέων.
Cyberbullying
Πέρα όμως από τις γνωστές μορφές βίας, την εμφάνισή της έκανε μια καινούρια μορφή στην Ελλάδα, μια ξενόφερτη «μόδα», το cyberbullying, ένα είδος βίας που δυστυχώς μαστίζει τα περισσότερα σχολεία της χώρας μας, προκαλώντας μεγάλη ανησυχία ακόμη και σε παιδιά προεφηβικής ηλικίας.
Το κινητό τηλέφωνο αποτελεί πλέον απαραίτητο αξεσουάρ των μαθητών, το οποίο αποτελεί και το μέσο εκβιασμού και ξεφτιλισμού παιδιών, που τις περισσότερες φορές δεν γνωρίζουν καν ότι πρωταγωνιστούν σε φωτογραφίες και βιντεάκια, μέχρι που ενημερώνονται ότι κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Αυτό όμως που πραγματικά σοκάρει, είναι το γεγονός ότι στο διαδίκτυο έχουν πλέον δημιουργηθεί και ομάδες, οι οποίες «προσηλυτίζουν» νέα παιδιά στην επικίνδυνη φάση της εφηβείας, εκμεταλλεύονται τις ανησυχίες και τα διάφορα συμπλέγματα που διακρίνουν κάθε παιδί σ’αυτήν την ηλικία και τα ωθούν στην αυτοκτονία προτείνοντας θεαματικούς τρόπους που θα μπορούσαν να δώσουν τέλος στη ζωή τους!
Πρωτοφανής λοιπόν η έκταση της βίας στα σχολεία, και πλέον γίνεται με τρόπους που γονείς και εκπαιδευτικοί δυσκολεύονται να αντιληφθούν και να προλάβουν. Πως λοιπόν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τέτοιες καταστάσεις που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν εντελώς έξω από την πραγματικότητά μας;
Μήπως το παιδί μου είναι δέκτης Βίας;
Τα πρώτα σημάδια κακοποίησης παρουσιάζονται όταν το παιδί γυρίζει συχνά στο σπίτι με εκδορές (γδαρσίματα), μελανιές, χτυπήματα στο κεφάλι, στα πόδια και τα χέρια, τα οποία τις περισσότερες φορές τα κρύβει για να μην αναγκαστεί να δώσει εξηγήσεις στην οικογένειά του. Φυσικά, όλα τα παιδιά χτυπούν πάνω στο παιχνίδι, όμως η συχνότητα που τα εντοπίζουμε μπορούν να μας βάλουν σε σκέψεις, όταν ειδικά συνδυάζονται και με περίεργες και ασυνήθιστες συμπεριφορές.
Τα παιδιά που δέχονται βία στο σχολείο συνήθως παρουσιάζουν διαταραχές στη συμπεριφορά τους, κλείνονται στον εαυτό ή και αντίθετα έχουν έντονες αντιδράσεις και επιθετική συμπεριφορά. Αυτές οι έντονες ψυχολογικές του μεταπτώσεις οφείλονται στο ότι το παιδί συνήθως ντρέπεται γι’αυτό που του συμβαίνει και παράλληλα φοβάται να το αντιμετωπίσει μόνο του. Επίσης πολλές φορές είναι ενοχικό και θεωρεί ότι αυτό ευθύνεται για ό,τι του συμβαίνει και αυτό διότι έχει μάθει να επιπλήττεται και να τιμωρείται μόνο όταν κάνει κάτι λάθος.
Η απότομη πτώση της επίδοσης του στα μαθήματα και η έλλειψη όρεξής, που άλλοτε είχε να ασχοληθεί με αυτά, καθώς και η ξαφνική άρνησή του να πάει το πρωί στο σχολείο, είναι κάποια από τα συνήθη σημάδια που θα πρέπει να μας προβληματίσουν οτι κάτι συμβαίνει στο παιδί που παλαιότερα δεν συνέβαινε. Ακόμα, η ασυνέπεια στις υποχρεώσεις του παιδιού καθώς και η έντονη αφηρημάδα του δηλώνουν πως κάτι το προβληματίζει και διαρκώς το σκέφτεται. Τέλος, ένα παιδί που κακοποιείται, σταματάει να μιλάει στην οικογένειά του για το πώς πέρασε την ημέρα του στο σχολείο, κρύβει πράγματα και αποφεύγει τις ερωτήσεις των γονιών του που περιέχουν λεπτομέρειες.
Πολύ σημαντικό είναι να μπορούμε να αναγνωρίσουμε ένα παιδί που δέχεται βία από το διαδίκτυο. Βέβαια αυτό είναι κάτι πολύ δύσκολο γιατί όταν πρόκειται για έφηβο τα συμπτώματα που μπορεί να εντοπίσουμε, είναι πολύ πιθανό να είναι απλά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης ηλικίας, όπως το να περνούν το περισσότερο μέρος της ημέρας μπροστά στον υπολογιστή και να μην συμμετέχουν σε πολλές από τις δραστηριότητες της υπόλοιπης οικογένειας. Επίσης, το να ξενυχτάει και να αργεί να ξυπνήσει, να αλλάζει η συμπεριφορά του, να γίνεται επιθετικό πολλές φορές και άλλες να κλείνεται έντονα στο εαυτό του, κάτι δηλαδή που χαρακτηρίζει σχεδόν κάθε έφηβο.
Πώς μπορώ να το προφυλάξω από τα χειρότερα;
Ο έγκαιρος εντοπισμός του προβλήματος σίγουρα αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος της λύσης του.
Από τη στιγμή που ο γονέας παρατηρήσει τα πρώτα σημάδια δηλαδή σημάδια στο σώμα του παιδιού αρκετά συχνά, σε συνδυασμό με έντονες αλλαγές στη συμπεριφορά του, θα πρέπει να πλησιάσει το παιδί με ψυχραιμία, και να συζητήσει μαζί του για το πώς πέρασε την μέρα του στο σχολείο. Είναι πολύ πιθανό, το παιδί να αποφύγει την κουβέντα, να απομακρυνθεί ή ακόμη και να αλλάξει συζήτηση.
Συχνά, τα παιδιά που δέχονται βία ντρέπονται να εκμυστηρευτούν το πρόβλημά τους γιατί φοβούνται πως ευθύνονται αυτά για το κακό αυτό και ότι θα δεχτούν την επίπληξη του γονέα. Αυτό συμβαίνει συχνότερα όταν το παιδί δέχεται βία από το δάσκαλο, έναν ενήλικα δηλαδή που σέβονται όλοι, αλλά πολύ συχνά και όταν δέχεται βία από συμμαθητή του.
Έτσι λοιπόν, ο γονέας, εξοπλισμένος με μεγάλη υπομονή και γεμάτος αγάπη, πρέπει να προσπαθήσει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του παιδιού και να μάθει ακριβώς τι του συνέβη. Το παιδί πρέπει να νιώσει ότι ο γονέας θα του παρέχει μεγάλη στήριξη στο πρόβλημά του, για να καταφέρει να αποκαλύψει το μυστικό του και να το αντιμετωπίσουν μαζί και αποτελεσματικά.
Τόνωση αυτοπεποίθησης
Το παιδί που αντιμετωπίζει μόνο του το πρόβλημα και δεν το μοιράζεται με τους δικούς του ανθρώπους, νιώθει ότι ευθύνεται το ίδιο για ότι του συμβαίνει, αισθάνεται υποβιβασμένο από κάποιον δυνατότερο που του ασκεί εξουσία και καταφέρνει να του καθορίζει τη ζωή.
Ο γονέας από την πλευρά του οφείλει να του τονώσει την αυτοπεποίθησή και να το πείσει ότι θύτης δεν είναι τίποτα άλλο από ένα παιδί με πολλά σύνδρομα, χαμηλή αυτοεκτίμηση και σκορπάει το φόβο γιατί υποβαθμίζοντας τους άλλους αισθάνεται δυνατός και σημαντικός. Άρα, πρόκειται για ένα παιδί αδύναμο και βαθιά φοβισμένο. Αν το παιδί-θύμα νιώσει τη δύναμη που έχει μέσα του δεν θα αφήσει το πρόβλημα να το στιγματίσει και θα καταφέρει με τη βοήθεια των γονέων του να το αντιμετωπίσει και να σβήσει τις πληγές που του δημιούργησε η δυσάρεστη γιαυτό κατάσταση.
Συνεργασία με τους Δασκάλους
Ο δάσκαλος, επειδή έχει καθημερινή επαφή με τα παιδιά, από την πρώτη στιγμή μπορεί να εντοπίσει το πρόβλημα πρώτος και να ενημερώσει τις οικογένειες των παιδιών που εμπλέκονται στην περίπτωση αυτή και μαζί να δώσουν τη λύση.
Όμως, τις περισσότερες φορές, τα περιστατικά βίας δεν γίνονται κάτω από το βλέμμα των δασκάλων αλλά με μυστικότητα, με αποτέλεσμα να εντοπίζουν τα σημάδια βίας πρώτοι οι γονείς. Έτσι αυτοί θα πρέπει να ενημερώσουν σύντομα το δάσκαλο, ο οποίος με συζήτηση μέσα στην τάξη αλλά και κατ’ιδίαν με το παιδί που ασκεί βία, να το συμβουλέψει, να του δώσει αρμοδιότητες αλλά και να το επιβραβεύσει σε κάθε τι καλό που κάνει, έτσι ώστε να το κάνει να αισθανθεί σημαντικό και να καταπολεμήσει τα διάφορα σύνδρομα που το βαραίνουν και το οδηγούν σε παραβατικές συμπεριφορές.
Επιπλέον, ο δάσκαλος έχει την ικανότητα να πλησιάσει το παιδί που του ασκείται βία, να του παρέχει στήριξη και να το κάνει να τον εμπιστευτεί. Όμως, απαραίτητη προϋπόθεση, για να καταφέρει να φέρει εις πέρας μια τέτοια δύσκολη κατάσταση, αποτελεί η σωστή συνεργασία με τους γονείς του θύματος και του θύτη και η διάθεσή τους να δεχτούν την κατάσταση και όχι να εθελοτυφλούν. Τέλος, ο δάσκαλος έχει τη δυνατότητα να καλλιεργήσει τις μεταξύ τους σχέσεις, φέρνοντας κοντά τα δύο παιδιά με διάφορες εργασίες και παιχνίδια, δηλαδή μέσω της ομαδικότητας και της συνεργασίας.
Παιδιά- παρατηρητές
Αλλά και τα υπόλοιπα παιδιά της τάξης αποτελούν μέρος του προβλήματος και μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στην αντιμετώπιση των φαινομένων βίας στο σχολείο.
Τα παιδιά-παρατηρητές μιας τέτοιας κατάστασης, έχουν την τάση να δείχνουν συμπάθεια στο παιδί που ασκεί την βία και αυτό συμβαίνει επειδή λογικά φοβούνται μην γίνουν και αυτά ο επόμενος στόχος του, έτσι φέρονται άδικα στο πρόσωπο του θύματος, που αισθάνεται ότι δεν βρίσκει συμπαραστάτες στη δύσκολη αυτή κατάσταση στην οποία μπλέχτηκε , ενώ αντίθετα ο θύτης επιβεβαιώνεται και ουσιαστικά επιβραβεύεται από τους συμμαθητές του.
Αν όμως ο δάσκαλος προάγει τη δικαιοσύνη μέσα στην τάξη, μπορεί να καθοδηγήσει τα παιδιά να μάθουν πώς να συμβουλεύουν το παιδί που δημιουργεί το πρόβλημα και πως ένας άλλος συμμαθητής τους έχει ανάγκη τη συμπαράστασή τους.
Το παιδί μου σκορπάει το φόβο
Πολλές οικογένειες δέχονται παράπονα από δασκάλους και μαθητές ότι το παιδί τους παρουσιάζει επιθετική συμπεριφορά στο σχολείο και τρομοκρατεί τους υπόλοιπους μαθητές.
Ρόλος των γονέων είναι καταρχάς να μην αδιαφορήσουν θεωρώντας πως οι μαρτυρίες είναι υπερβολικές και ότι είναι κάτι που θα διορθωθεί από μόνο του. Οπωσδήποτε είναι απαραίτητη η παρέμβαση του γονέα σε μια τέτοια περίπτωση, ο οποίος θα πρέπει να προσπαθήσει, με τη βοήθεια πάντα του δασκάλου, να πλησιάσει το παιδί του και να εντοπίσει τη ρίζα του προβλήματος, όπως το αν το παιδί χρειάζεται απλά την προσοχή των άλλων γιατί ίσως στο σπίτι το παραμελούν ή πιθανόν να έχει μπλεχτεί με «κακές» παρέες ή ακόμη να έχει πολύ χαμηλή αυτοπεποίθηση και να αντλεί δύναμη προκαλώντας το φόβο στα υπόλοιπα παιδιά.
Εφόσον το πρόβλημα παραμένει και οι γονείς αισθάνονται ότι δεν μπορούν να το αντιμετωπίσουν μόνοι τους, είναι απαραίτητη η παρέμβαση κάποιου ψυχολόγου, που κανονικά οφείλει να διαθέτει κάθε σχολείο και φυσικά αυτό δεν ισχύει, ο οποίος θα μπορέσει να εντοπίσει τις αδυναμίες του παιδιού και να το βοηθήσει να αντιμετωπίσει όλα τα εσωτερικά του προβλήματα.
Το πρόβλημα όμως στη χώρα μας είναι ότι δεν μας είναι εύκολο να δεχτούμε ότι το παιδί μας χρειάζεται τη βοήθεια κάποιου ειδικού και δυστυχώς έχουμε ακόμη ταμπού στο θέμα του ψυχολόγου, επειδή θεωρούμε ότι μια επίσκεψή μας θα καταστήσει το παιδί μας «ψυχικά άρρωστο» και θα το στιγματίσει, συγχέοντας το επάγγελμα του με του ψυχιάτρου. Ο ρόλος του όμως πολλές φορές είναι βαρυσήμαντος και μπορεί να φέρει και πάλι την ηρεμία στο σπίτι και το σχολείο με λίγες μόνο συνεδρίες, διότι μπορεί να βοηθήσει το παιδί να διαχειρίζεται το θυμό του, να ελέγχει τα συναισθήματά του και να ξαναγίνει μέλος της ομάδας του σχολείου.
Σίγουρα μια τέτοια κατάσταση δεν είναι καθόλου εύκολη και ευχάριστη για καμία οικογένεια, όμως ο έγκαιρος εντοπισμός του προβλήματος, καθώς και των λόγων που το προκαλούν, μπορεί να λειτουργήσει θετικά στην επίλυσή του. Οφείλουμε όλοι μας να γνωρίζουμε πως το ίδιο το παιδί δεν ευθύνεται για τις παραβατικές του αντιδράσεις, αλλά όλες εκείνες οι επιρροές και τα αρνητικά μηνύματα που δέχεται καθημερινά από το περιβάλλον του και την ίδια την κοινωνία στη οποία αναπτύσσεται.
Το χειρότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κατηγορήσουμε και να περιθωριοποιήσουμε ένα τέτοιο παιδί, που στην ουσία είναι δικό μας δημιούργημα, αλλά οφείλουμε να το βοηθήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις να βρει το δρόμο του έτσι ώστε να αποφύγουμε την πλήρη αλλοτρίωση του χαρακτήρα του, που θα του στοιχίσει το μέλλον του.
Γρηγοριάδου Κωνσταντίνα
(Δασκάλα Δημ. Εκπαιδευσης)