Γέννηση στις 37 και 38 εβδομάδες εγκυμοσύνης συνδέεται με λιγότερη επιτυχία στο σχολείο
Η επιδημία των καισαρικών ρουτίνας και των προκλήσεων τοκετού στις 37 και στις 38 εβδομάδες εγκυμοσύνης καλά κρατεί στην Ελλάδα.
Το πρόβλημα ξεκινάει από τον παραδοσιακό ορισμό του τελειόμηνου βρέφους: πρόκειται για όλα τα βρέφη που γεννιούνται μεταξύ 37 και 41 εβδομάδων κύησης.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να διαπιστώνεται ότι αυτή η ομάδα παιδιών διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, έτσι που ένα νεογέννητο των 37 εβδομάδες έχει σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο για μια σειρά άμεσων προβλημάτων υγείας, όπως ίκτερος, υπογλυκαιμία, αναπνευστική δυσχέρεια, προβλημάτων στον θηλασμό αλλά και μακροπρόθεσμων κινδύνων όπως μαθησιακές δυσκολίες.
Δεν είναι λοιπόν το ίδιο να γεννιέται ένα παιδί στις 37 εβδομάδες με ιατρική παρέμβαση από το να γίνεται αυτή η ιατρική παρέμβαση στις 39 εβδομάδες ή αργότερα.
Πιο συγκεκριμένα, μελέτες δείχνουν ότι ένα μωρό που γεννιέται με καισαρική τομή στις 37 εβδομάδες κύησης έχει περίπου 3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο και ένα μωρό που γεννιέται στις 38 εβδομάδες κύησης έχει περίπου 2 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει:
- Αναπνευστική δυσχέρεια νεογέννητου
- Μηχανική υποστήριξη της αναπνοής
- Νεογνική λοίμωξη ή σήψη
- Υπογλυκαιμία
- Εισαγωγή στην εντατική μονάδα νεογνών
- Νοσηλεία > 5 ημερών στο μαιευτήριο
Τα νεογέννητα που γεννιούνται με καισαρική πριν τις 39 εβδομάδες έχουν επιπλέον διπλάσια θνητότητα και 4 με 8 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση πνευμοθώρακα.
Τέλος, πρέπει να αναλογιστεί κανείς ότι το βάρος γέννησης θα είναι πιο πιθανό να είναι μικρότερο, ο ίκτερος πιο έντονος και πιο επίμονος, δυσκολότερη έναρξη θηλασμού – ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς τις περισσότερες αφορμές απομάκρυνσης από την μάνα του, ασθένειας και μεγαλύτερης παραμονής σε μη φιλικό προς τα βρέφη νοσοκομείο – , ενώ το οικονομικό κόστος για τις οικογένειες, τα ασφαλιστικά ταμεία και το ΕΣΥ πολλαπλασιάζεται.
Τα παιδιά που γεννιούνται πρόωρα, δηλαδή πριν τις 37 εβδομάδες εγκυμοσύνης, τείνουν να τα καταφέρνουν πολύ χειρότερα στις ακαδημαικές τους επιδόσεις στο σχολείο, σε σύγκριση με όσα γεννιούνται τελειόμηνα.
Ωστόσο, ακόμα και ανάμεσα στις 37 και 41 εβδομάδες, μια νέα έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η ηλικία κύησης στον τοκετό επηρεάζει και συνδέεται με τις επιδόσεις και την επιτυχία στο σχολείο.
Η έρευνα πρόκειται να δημοσιευθεί στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Pediatrics τον Αύγουστο του 2012.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα βρέφη που γεννιούνται ανάμεσα στις 34 και 36 εβδομάδες κύησης εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο μη ιδανικών αναπτυξιακών εκβάσεων συμπεριλαμβανομένων προβλημάτων στις ακαδημαικές τους επιδόσεις, σύμφωνα με τον μη κυβερνητικό οργανισμό March of Dimes στην Αμερική.
Ωστόσο έχουν γίνει ελάχιστες έρευνες που να εστιάζουν στις αναπτυξιακές διαφορές μεταξύ παιδιών που γεννιούνται από 37 έως 41 εβδομάδων κύησης.
Στην νέα αυτή σημαντική έρευνα, οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης επιχείρησαν να αξιολογήσουν τον βαθμό που τα παιδιά που γεννιούνται μέσα στο φυσιολογικό εύρος των 37 με 41 εβδομάδων ποικίλλουν ως προς την ακαδημαική τους επίδοση.
Οι ερευνητές εξέτασαν αναλυτικά δεδομένα από έναν τεράστιο αριθμό γεννήσεων στην Νέα Υόρκη, 128 χιλιάδες 50 γεννήσεις, κατά τις χρονιές 1988 με 1992. Όλες οι γεννήσεις συνέβησαν στις 37 με 41 εβδομάδες κύησης.
Έπειτα όλα τα παιδιά πήγαν σε δημόσια σχολεία στις ΗΠΑ και κατά την Τρίτη τάξη του δημοτικού αξιολογήθηκαν στις επιδόσεις τους στα μαθηματικά και την ανάγνωση, ανάμεσα στις χρονιές 1996 και 2000.
Έπειτα οι ερευνητές εξέτασαν τις διαφορές στις ικανότητες των παιδιών στα μαθηματικά και το διάβασμα σε σχέση με την εβδομάδα κύησης στην γέννηση.
Στην μελέτη εξετάστηκαν ένα μεγάλο εύρος άλλων παραγόντων, ατομικών, κοινότητας, κοινωνικο-οικονομικών και βιολογικών που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα της έρευνας και να αλλάξουν την επίδραση της ηλικίας κύησης.
Τα αποτελέσματα της έρευνας που αφορούσε δεκάδες χιλιάδες παιδιά δείχνουν ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν στις 37 ή στις 38 εβδομάδες κύησης είχαν σημαντικά χαμηλότερες επιδόσεις ακαδημαικές, σε σύγκριση με τα παιδιά που γεννήθηκαν στις 39, στις 40 ή στις 41 εβδομάδες εγκυμοσύνης.
Άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν σύγχυση, όπως το βάρος γέννησης και μια σειρά περιγεννητικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων φάνηκε να μην σχετίζονται με τις ακαδημαικές επιδόσεις των τελειόμηνων βρεφών.
Το γεγονός ότι τα παιδιά που γεννιούνται νωρίτερα αλλά μέσα στο τελειόμηνο εύρος τα πηγαίνουν χειρότερα στις σχολικές τους επιδόσεις είναι ένα σημαντικό εύρημα που θα φέρει αλλαγές στον τρόπο που γίνονται οι τοκετοί και η περιγεννητική φροντίδα, ενώ θα βοηθήσει να ανιχνευθούν τα παιδιά εκείνα που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για λιγότερη σχολική επιτυχία και επομένως απαιτούν πρώιμη εξτρά βοήθεια και παρέμβαση.
Οι ερευνητές συμπεραίνουν: «Από την οπτική της δημόσιας υγείας, η ανακάλυψη μπορεί να έχει σημαντικές προεκτάσεις, ειδικά στο πεδίο της αναγνώρισης παιδιών που έχουν αυξημένο κίνδυνο για χειρότερες σχολικές επιδόσεις».
Όπως σχολιάζει η Kimberly Noble, MD PhD, Καθηγήτρια Παιδιατρικής στο Τμήμα Παιδιατρικής του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου Κολούμπια: « Τα βρέφη που γεννιούνται στην πρώιμη πλευρά του τελειόμηνου, έδειξαν να έχουν, κατά μέσο όρο, μια μικρή αλλά σημαντική μείωση στην σχολική τους επίδοση.
Ωστόσο, η έννοια του αυξημένου κινδύνου για λιγότερη επιτυχία δεν μεταφράζεται σε αναπόφευκτο – κάθε παιδιί είναι διαφορετικό και άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι οι γονείς που παρέχουν στα παιδιά περιβάλλοντα με πλούσια γνωστικά ερεθίσματα, όπως για παράδειγμα βιβλία και συχνή συνομιλία, αυξάνουν δραματικά την πιθανότητα για σχολική επιτυχία.»
Περαιτέρω έρευνα είναι αναγκαία για να εξακριβωθούν οι μηχανισμοί και τα αίτια κάτω από αυτήν την σύνδεση της ηλικίας κύησης με την σχολική επίδοση.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή η έρευνα από την Αμερική που αφορούσε 128 χιλιάδες παιδιά έρχεται να επιβεβαιώσει μια άλλη παλιότερη έρευνα από την Σκωτία σε επίσης τεράστια κλίμακα. Εκεί, σε ένα πανεθνικό δείγμα γεννήσεων στην Σκωτία 407 χιλιάδων 503 παιδιών βρέθηκε ότι, κατά την ηλικία του δημοτικού, το γενικό ποσοστό παιδιών με προβλήματα μάθησης ήταν 5%, τριπλασιαζόταν όμως στο 15% οι μαθησιακές δυσκολίες στον πληθυσμό παιδιών που είχαν γεννηθεί μεταξύ 37 και 39 εβδομάδων εγκυμοσύνης.
Οι ερευνητές από την Σκωτία στην δημοσίευσή τους το 2010 ανακοίνωσαν ότι ένα ποσοστό 5.5% των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες στην ηλικία του δημοτικού σχολείου αποδίδονται σε πρώιμες γεννήσεις στις άνω των 37 εβδομάδων εγκυμοσύνης και κάτω των 39 εβδομάδων εγκυμοσύνης.
Όταν παίρνεται απόφαση για ιατρική παρέμβαση στον τοκετό – πρόκληση τοκετού ή καισαρική τομή – , οι γονείς πρέπει να είναι απόλυτα και σωστά ενημερωμένοι για την παρέμβαση, να τους γίνονται δηλαδή γνωστά όλα τα πιθανά οφέλη της παρέμβασης την συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά και οι πιθανοί κίνδυνοι της παρέμβασης αυτής, όπως και τα οφέλη και οι κίνδυνοι της μη παρέμβασης, δηλαδή της αναμονής.
Μόνο τότε η απόφαση λαμβάνεται όπως θα έπρεπε, δηλαδή με πραγματικά ενήμερη συγκατάθεση των γονέων.
Μέσα λοιπόν σε αυτήν την συζήτηση είναι αναγκαίο κάθε επαγγελματίας υγείας που προτείνει παρέμβαση τοκετού στην έγκυο να συμπεριλαμβάνει τους παραπάνω αυξημένους κινδύνους για το παιδί, εάν η παρέμβαση – πρόκληση τοκετού ή καισαρική τομή – γίνει στις 37 ή στις 38 εβδομάδες εγκυμοσύνης ή τέλος πάντων νωρίτερα της συμπλήρωσης 39 εβδομάδων εγκυμοσύνης.
Πηγή
Μετάφραση/ Σχολιασμός: Στέλιος Παπαβέντσης MRCPCH DCH IBCLC 2012