Η σημασία της διατροφής στην αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας
Για αυτό το λόγο το καθημερινό διαιτολόγιό τους θα πρέπει να περιλαμβάνει ισοσκελισμένα όλες τις θρεπτικές ουσίες που έχει ανάγκη το σώμα, συμπεριλαμβανομένων των υδατανθράκων, των πρωτεϊνών και των λιπιδίων.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται ραγδαίες μεταβολές στις διατροφικές συνήθειες της μέσης ελληνικής οικογένειας οι οποίες έχουν οδηγήσει στην εξάπλωση της παιδικής παχυσαρκίας.
Η Ελλάδα κρατάει παγκοσμίως τα πρωτεία στο ποσοστό παχύσαρκων παιδιών (44% για τα αγόρια και 38% για τα κορίτσια ηλικίας 5-17 ετών).
Πόσο όμως επιβαρύνει η παχυσαρκία την υγεία των παιδιών μας;
Κλινικές μελέτες έχουν αναδείξει τη σημαντική συμμετοχή της αύξησης του σωματικού βάρους στην εύρυθμη λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού από τη νεαρή κιόλας ηλικία.
Οι επιπτώσεις της παχυσαρκίας δεν γίνονται σχεδόν ποτέ άμεσα εμφανείς.
Οι παθοφυσιολογικές αλλαγές που συντελούνται στο κυτταρικό επίπεδο χρειάζονται αρκετό καιρό για να γίνουν κλινικά αντιληπτές στην καθημερινότητα.
Ωστόσο σε βάθος χρόνου έχει αποδειχθεί ότι οι παχύσαρκοι άνθρωποι κινδυνεύουν από την εμφάνιση καρδιαγγειακών προβλημάτων (περιφερικές θρομβώσεις, στεφανιαία νόσος, εγκεφαλικά επεισόδια), αναπνευστικών προβλημάτων (περιοριστική πνευμονοπάθεια, άσθμα), σακχαρώδους διαβήτη καθώς και από ορισμένους τύπους καρκίνου (καρκίνος ενδομητρίου, καρκίνος μαστού).
Πέρα από την εμφάνιση αυτών των σοβαρότατων νοσημάτων, τα παχύσαρκα παιδιά εμφανίζουν πολλές φορές ψυχολογικά προβλήματα, όπως στρες, χαμηλή αυτοεκτίμηση και διαταραχές της συμπεριφοράς.
Τα περισσότερα από αυτά οφείλονται στην εξάπλωση του κοινωνικού, και ιδιαίτερα του σχολικού, εκφοβισμού (bullying) καθώς συχνά οι συνομήλικοί τους τα πειράζουν και τα εμπαίζουν.
Η αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκία προϋποθέτει την κατανόηση των παραγόντων που συμμετέχουν στην αύξηση του σωματικού βάρους, συμπεριλαμβανομένων των εμπλεκόμενων ορμονών και γονιδίων.
Ωστόσο αν εξαιρέσει κανείς ακραίες περιπτώσεις παχυσαρκίας που οφείλονται σε ενδοκρινικά ή γενετικά αίτια, φαίνεται ότι τα περισσότερα παχύσαρκα παιδιά απλά καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες τροφής και γυμνάζονται πολύ λιγότερο από τα συνομήλικά τους με φυσιολογικό βάρος.
Δύο είναι οι κυριότεροι διατροφικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην αυξημένη καθημερινή πρόσληψη θερμίδων.
• Όλοι οι γονείς ανησυχούμε κατά διαστήματα για το αν το παιδί μας τρώει όσο πρέπει.
Οι περισσότεροι μάλιστα συχνά πιέζουμε τα παιδιά να καταναλώσουν περισσότερη τροφή.
Η αντίληψη πως το παιδί «δεν τρώει όσο χρειάζεται» είναι λανθασμένη καθώς ο οργανισμός όλων των παιδιών ηλικίας 3-14 ετών ελέγχει εξαιρετικά το ενεργειακό του ισοζύγιο.
Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι το παιδί έχει ενδογενώς την ικανότητα να φάει ακριβώς τις θερμίδες που του είναι απαραίτητες για την ανάπτυξή του, αποφεύγοντας τις περιττές που απλά προστίθενται ως περιττό λίπος.
• Ταυτόχρονα το καθημερινό διαιτολόγιο έχει μεταβληθεί σημαντικά και πλέον περιέχει τροφές που είναι πιο πλούσιες σε θερμίδες (λιπαρά, υδατάνθρακες, πρωτεΐνες) ενώ έχει περιοριστεί σημαντική η κατανάλωση φυτικών ινών.
Η εξάπλωση των προεπεξεργασμένων προϊόντων όπως οι «φυσικοί» χυμοί, τα σνακ και τα διάφορα μικρογεύματα που περιέχουν γλυκαντικές ουσίες επιβαρύνει σημαντικά την καθημερινή θερμιδική πρόσληψη.
Με ποιο τρόπο θα πρέπει να τρέφονται τελικά τα παιδιά μας για να μπορέσουν να έχουν μία υγιή, φυσιολογική ζωή;
Η αλήθεια βρίσκεται βαθιά ριζωμένη στις διατροφικές παραδόσεις της χώρας μας, τις οποίες όμως φαίνεται να ξεχνάμε τις τελευταίες δεκαετίες.
Η μεσογειακή διατροφή αποτελεί τη βάση του ελληνικού διαιτολογίου εδώ και αιώνες και ενισχύει αποδεδειγμένα την άμυνα και την ανάπτυξη του οργανισμού.
Βασίζεται στην κατανάλωση άφθονων φυτικών ινών (όπως φρούτα και λαχανικά) και στο μετριασμό της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων και κρέατος.
Το ελαιόλαδο αποτελεί την κύρια πηγή των λιπαρών οξέων (μονοακόρεστων) στη μεσογειακή δίαιτα και θεωρείται ιδιαίτερα ευεργετικό στην πρόληψη της αθηροσκλήρωσης, καθώς φαίνεται ότι προστατεύει από την αύξηση των επιπέδων της “κακής” χοληστερόλης (LDL). Το 2010 η UNESCO συμπεριέλαβε τη μεσογειακή διατροφή στον κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας, αναδεικνύοντας τη σημαντικότητά της σε παγκόσμια κλίμακα.
Η βασική διατροφή ενός παιδιού προσχολικής ηλικίας θα πρέπει να περιλαμβάνει γάλα και γαλακτοκομικά για να προσλαμβάνει την ποσότητα ασβεστίου που είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη τους σκελετού (350mg).
Για να το πετύχετε αυτό θα πρέπει να δίνετε τουλάχιστον ένα ποτήρι γάλα (200mg ασβεστίου) και ένα γαλακτοκομικό προϊόν με ανάλογη περιεκτικότητα σε ασβέστιο (π.χ. ένα μικρό κεσεδάκι γιαούρτι ή μία μερίδα τυρί).
Πέρα από το γάλα στα παιδιά προσχολικής ηλικίας θα πρέπει να δίνονται 4 μερίδες τροφών πλούσιων σε άμυλο (δημητριακά, μακαρόνια, πατάτα, ψωμί κλπ), 4 μερίδες φρούτων ή/και λαχανικών και πρωτεΐνη (κρέας).
Η τελευταία θα πρέπει να δίνεται σε ποσότητες περίπου ίσες με 1.1 g/κιλό βάρους του παιδιού. Καλό είναι να αποφεύγεται η καθημερινή κατανάλωση κρέατος (περιορισμός στις 4 φορές την εβδομάδα).
Τα παιδιά σχολικής ηλικίας μπορούν από μόνα τους να ρυθμίσουν τις ενεργειακές τους ανάγκες (πρόσληψη τροφής) και επομένως δε χρειάζεται κάποιος συγκεκριμένος υπολογισμός στη θερμιδική πρόσληψη.
Ωστόσο θα πρέπει να τρέφονται με βάση το διαιτολόγιο της μεσογειακής δίαιτας, αποφεύγοντας τα έτοιμα φαγητά, τα τηγανητά που περιέχουν υψηλές ποσότητες trans-λιπαρών οξέων και τις τροφές με γλυκαντικές ουσίες.
Το πρωινό είναι το βασικότερο γεύμα της ημέρας γιατί παρέχει την απαραίτητη ενέργεια για την σωστή λειτουργία του οργανισμού μέχρι το μεσημέρι.
Θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη βάση σε αυτό, ώστε να είναι πλήρες και ισορροπημένο (πλούσιο σε γαλακτοκομικά και σε υδατάνθρακες, π.χ. δημητριακά ή ψωμί, φρούτο, μέλι).
Σε γενικές γραμμές δεν πρέπει να αποκλείεται τίποτα από τη διατροφή των παιδιών σχολικής ηλικίας (π.χ. όσπρια, ψάρι, χόρτα κ.α.) γιατί με αυτό τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα προτίμησης προς περισσότερο εύγευστα φαγητά, τα οποίο όμως συνήθως περιέχουν και περισσότερες θερμίδες.
Η μέση ενεργειακή κατανάλωση που είναι απαραίτητη για τη σωστή ανάπτυξη των παιδιών είναι περίπου 1.715 θερμίδες ημερησίως για τα αγόρια ηλικίας 4-6 ετών και για τα κορίτσια 1.545 θερμίδες ημερησίως.
Αντίστοιχα για τα αγόρια ηλικίας 7-10 ετών είναι 1.970 θερμίδες ημερησίως, και για τα κορίτσια 1.740 θερμίδες ημερησίως.
Τελικά αυτό που πρέπει όλοι οι γονείς να γνωρίζουμε είναι ότι η αυξημένη πρόσληψη τροφής δε δημιουργεί υγιή, αλλά αντίθετα ασθενή παιδιά.
Η εξισορρόπηση των θερμίδων και η σωστή αναλογία των επιμέρους τροφών είναι απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία του οργανισμού και την ανάπτυξη
Ελεάνα Γκιώκα
Παιδίατρος
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Επιμελήτρια Ιατρικού Κέντρου Αθηνών
www.eleanagkioka.gr