Λοιμώδης μονοπυρήνωση
Η λοιμώδης μονοπυρήνωση ονομάζεται και «ασθένεια του φιλιού» καθώς μεταδίδεται κυρίως με το σάλιο.
Το αίτιο της είναι ένας ιός (ιός Epstein Barr – EBV). Υπολογίζεται ότι ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού έχει κάποια στιγμή νοσήσει από τον ιό (>70% των ανθρώπων), ενώ υψηλότερο κίνδυνο για τη μετάδοση της νόσου εμφανίζουν οι έφηβοι.
Στην κλινική εικόνα της λοίμωξης αυτής συμπεριλαμβάνεται η εμφάνιση υψηλού πυρετού (ο οποίος μπορεί να φτάσει και 40 βαθμούς κελσίου), η γενικευμένη κακουχία με άρνηση πρόσληψης τροφής και υγρών, ο πονόλαιμος (φαρυγγαλγία) που συχνά συνοδεύεται από λευκωπό επίχρισμα, η χαρακτηριστική λεμφαδενοπάθεια (διογκωμένοι αδένες), η εμφάνιση εξανθήματος και η διόγκωση του ήπατος (συκώτι) και του σπλήνα.
Πότε πρέπει να επικοινωνήσει ο γονιός με τον ιατρό;
Η πάθηση μοιάζει πολύ με την γρίπη και τις λοιπές κοινές ιώσεις και οι γονείς μπορεί να μπερδευτούν και να υποεκτιμήσουν τη βαρύτητά της, με αποτέλεσμα να μην ανατρέξουν στον παιδίατρο. Στις περισσότερες περιπτώσεις, λόγω της βαρύτητας των συμπτωμάτων, ο ασθενής έχει ήδη επισκεφθεί τον οικογενειακό ιατρό. Ακόμα όμως και εάν έχει τεθεί η διάγνωση της νόσου, θα πρέπει να επικοινωνήσετε με τον παιδίατρό σας στις περιπτώσεις που εμφανισθεί δυσκολία στην αναπνοή (δύσπνοια), έντονος πόνος στην περιοχή της κοιλιάς, καθώς και στις περιπτώσεις που η άρνηση πρόσληψης τροφής και υγρών οδηγούν σε παρατεταμένη κακουχία και αδυναμία.
Υπάρχει ειδική θεραπεία για την αντιμετώπισή της;
Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την αντιμετώπιση της λοιμώδους μονοπυρήνωσης. Η ασθένεια περιορίζεται από μόνη της. Ωστόσο, η συμπτωματική θεραπεία με αντιπυρετικά, ξεκούραση και λήψη υγρών ανακουφίζει τους ασθενείς. Σε περιπτώσεις με βαριά συμπτωματολογία όπως δύσπνοια και παρατεταμένη κακουχία, μπορεί να χρειασθεί νοσηλεία σε νοσοκομείο, ώστε να εξασφαλισθεί η αντιμετώπιση των αναπνευστικών συμπτωμάτων και να χορηγηθούν ενδοφλέβια υγρά για την αποφυγή της αφυδάτωσης.
Οι ασθενείς θα πρέπει να αποφύγουν τις έντονες δραστηριότητες ακόμα και μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων, καθώς τα διογκωμένα όργανα της κοιλίας (σπλήνας και ήπαρ) μπορεί να τραυματιστούν, οδηγώντας σε αιμορραγία η οποία θα πρέπει να αντιμετωπισθεί χειρουργικά.
Πως μπορεί να προφυλαχθεί κανείς;
Μέχρι σήμερα δεν έχει αναπτυχθεί κάποιο εμβόλιο για την αντιμετώπιση της νόσου. Η πρόληψη της μετάδοσής της βασίζεται στην αποφυγή άμεσης επαφής με τα υγρά του ασθενούς (κυρίως το σάλιο) καθώς και στον επιμελή καθαρισμό των σκευών που χρησιμοποιεί (ποτήρια, μαχαιροπίρουνα, πιάτα κλπ). Στο εξωτερικό περιβάλλον ο ιός παραμένει ζωντανός για αρκετές ώρες, ενώ η παρουσία του στη στοματική κοιλότητα παραμένει για αρκετούς μήνες μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων.
Ελεάνα Γκιώκα