Πως εξηγούμε στα παιδιά τον θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου;
Σίγουρα αναρωτιόμαστε για το "πώς" και το "πότε" θα πρέπει να μιλήσουμε στα παιδιά για το θάνατο. Τι θα πρέπει να τους πούμε, πως θα προσεγγίσουμε ένα τόσο δύσκολο θέμα. Το "τι" θα τους πούμε και "πότε" λοιπόν, εξαρτάται από την ηλικία τους και τις υπάρχουσες εμπειρίες τους. Εξαρτάται επίσης και από τις δικές μας εμπειρίες, πεποιθήσεις, συναισθήματα, αλλά και από την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Πιο εύκολα θα μιλήσουμε για ένα ουδέτερο θάνατο με αφορμή μια είδηση στην τηλεόραση, παρά για μια συναισθηματικά φορτισμένη απώλεια ενός αγαπημένου μας προσώπου.
Δεν λέμε ψέματα για την απώλεια. Με απλό τρόπο λέμε στο παιδί ότι το αγαπημένο τους πρόσωπο «πέθανε» και όχι ότι «κοιμήθηκε», δημιουργώντας μια λανθασμένη ταύτιση με τον ύπνο. Πολλά είναι τα παιδιά που αντιδρούν σε αυτή την εικόνα, με εφιάλτες και φοβίες γιατί ανησυχούν ότι δεν θα ξυπνήσουν ξανά τα ίδια ή οι γονείς τους ποτέ.
Δεν παραποιούμε την αλήθεια με το να λένε οι γονείς ότι το άτομο που πέθανε έχει πάει σε μια μακρινή πόλη ή χώρα και θα μείνει εκεί για πάρα πολύ καιρό. Εκτός του ότι αποτελεί μια ψευδή αντίληψη της πραγματικότητας, το παιδί ενδέχεται να νιώσει εγκατάλειψη από το άτομο αυτό ή ακόμα και να περιμένει να γυρίσει. Σε πιθανά ερωτήματα όπως, «Πού πήγε η γιαγιά;» είναι προτιμότερο να απαντούν οι γονείς με ειλικρίνεια υποστηρίζοντας πως «Δεν ξέρουμε ακριβώς» αλλά μεταφέροντας μια αισιόδοξη αντίληψη πως «Εκεί που είναι, είναι καλά και δεν υποφέρει πια». Επίσης, έχει να κάνει και με τη θρησκεία, όταν δηλαδή πρόκειται για οικογένεια που πιστεύει στο Θεό, τότε είναι πιο εύκολο να δωθούν απαντήσεις, σύμφωνα με την θρησκεία που ανήκουν.
Αρκετές έρευνες δείχνουν ότι, όταν ένα πρόσωπο στην οικογένεια πεθαίνει, τα παιδιά νιώθουν ένοχα. Πιστεύουν ότι με κάποιο τρόπο προκάλεσαν το θάνατό του είτε, επειδή είχαν θυμώσει κάποια στιγμή μαζί του είτε, γιατί ευχήθηκαν να μην υπήρχε ο αδελφός τους είτε, επειδή έκαναν αταξίες. Χρειάζονται λοιπόν, επιβεβαίωση και διευκρίνιση ότι ο θάνατος δεν είναι τιμωρία.
Τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ελεύθερα να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα που έχουν, χωρίς να νιώθουν άσχημα ή να ντρέπονται για αυτά. Σε αυτό θα βοηθηθούν, αν και οι γονείς μοιράζονται τη θλίψη και το πένθος μαζί τους ανάλογα με την ηλικία τους και τη συναισθηματική τους κατάσταση σε λογικά πλαίσια. Αντιθέτως, το να προσπαθούν να τα απομονώσουν από τα δικά τους συναισθήματα θλίψης και απόγνωσης για την απώλεια, έχει αρνητικές επιπτώσεις. Τα παιδιά ξέρουν πάρα πολύ καλά πότε ο γονέας είναι θλιμμένος ή πότε περνάει μια κρίση. Οι προσπάθειες να αποκρύψουν ένα θάνατο στο οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον ή τα συναισθήματα που τους προκαλεί ο θάνατος αυτός, προξενούν αίσθημα εγκατάλειψης στο παιδί. Είναι προτιμότερο ένα παιδί να μάθει για το θάνατο από τους ίδιους τους θλιμμένους γονείς του, παρά να αντιμετωπίζει την απόγνωση των γονέων του, χωρίς να ξέρει τον λόγο.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο θάνατος είναι σκληρός για όλους μας, άρα και για τα μικρά παιδιά. Βέβαια, αρκετές φορές μας εκπλήσσουν καθώς τελικά μπορούν πιο "εύκολα" να διαχειριστούν τέτοιου είδους καταστάσεις. Εμείς οι μεγάλοι είμαστε εκείνοι που αποφεύγουμε συνήθως να τους πούμε την αλήθεια, ίσως λόγω της δικής μας συναισθηματικής δυσκολίας…
Μαρίνα Μόσχα, Ψυχοθεραπεύτρια - Συνεργάτης του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας