Βιολογικά προιόντα, μύθος ή πραγματικότητα;
Μία καινούργια μελέτη της δρα Κρίσταλ Σμιθ-Σπάνγκλερ του πανεπιστημίου Στάνφορντ, της ιατρικής σχολής, αλλάζει τελείως τα δεδομένα για την αξία των βιολογικών τροφίμων. Σύμφωνα λοιπόν με την μελέτη αυτή που δημοσιεύτηκε στο ιατρικό αμερικανικό περιοδικό “Annals of Internal Medicine” δεν φαίνεται να υπάρχει καμία σοβαρή διαφορά ανάμεσα στα βιολογικά και συμβατικά τρόφιμα στη διατροφή για παιδιά.
Βέβαια οι πρακτικές που εφαρμόζονται στις φάρμες με τα βιολογικά προϊόντα διαφέρουν από τόπο σε τόπο. Γενικά αναπτύσσονται χωρίς τη χρήση χημικών φαρμάκων, ορμονών και αντιβιοτικών και χωρίς γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Υπάρχει όμως η πιθανότητα να είναι μολυσμένα με ορισμένα βακτήρια.
Η αντίληψη των καταναλωτών πως τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο θρεπτικά και ασφαλή για την υγεία δεν είναι εκατό τα εκατό σωστή. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα βιολογικά προϊόντα έχουν σχεδόν την διπλή τιμή, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Από τη σύγκριση που πραγματοποιήθηκε από την ομάδα της δρα Σμιθ-Σπάνγκλερ, δεν προκύπτει κάποια αξιοσημείωτη διαφορά ανάμεσα στις δύο κατηγορίες προϊόντων όσον αφορά την περιεκτικότητά τους σε βιταμίνες (με εξαίρεση τον ελαφρώς περισσότερο φώσφορο στα βιολογικά). Επίσης δεν βρέθηκε κάποια διαφορά στην περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και λίπη, αν και υπάρχουν ενδείξεις ότι το βιολογικό γάλα περιέχει περισσότερα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα.
Ειδικότερα στα φρούτα και τα λαχανικά, δεν διαπιστώθηκε ότι τα βιολογικά υπερτερούν σε θρεπτική αξία. «Παρά την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο θρεπτικά από τα συμβατικά, δεν βρήκαμε αξιόπιστα στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή την αντίληψη», όπως αναφέρουν οι ερευνητές.
Από την άλλη, διαπιστώθηκε ότι τα βιολογικά και τα συμβατικά τρόφιμα είναι εξίσου πιθανό να είναι μολυσμένα με παθογόνους μικροοργανισμούς, όπως κολοβακτηρίδια (E.coli) και σαλμονέλα. Περίπου το 7% των βιολογικών προϊόντων και το 6% των συμβατικών βρέθηκαν να περιέχουν κολοβακτηρίδια, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τη σαλμονέλα ήσαν 34% (τα βιολογικά) και 35% (τα συμβατικά).
Αντίθετα, υπήρχε αισθητή διαφορά στη μόλυνση με παρασιτοκτόνα- εντομοκτόνα (7% στα βιολογικά έναντι 38% στα συμβατικά) και στα μικρόβια που είναι ανθεκτικά σε αντιβιοτικά (το βιολογικό/οργανικό κρέας είχε κατά μέσο όρο 33% μικρότερη περιεκτικότητα σε αυτά τα βακτήρια σε σχέση με το συμβατικό κρέας). Πάντως, είναι αξιοσημείωτο ότι, αν και σε μικρότερο βαθμό, τα βιολογικά προϊόντα δεν είναι απαλλαγμένα τελείως (100%) από παρασιτοκτόνα- εντομοκτόνα.
«Είναι αδύνατο να πει κανείς, με βάση αυτήν τη μελέτη, αν η μία μέθοδος καλλιέργειας είναι καλύτερη από την άλλη», δήλωσε ο ερευνητής Τζιν Λέστερ, ειδικός στη φυσιολογία των φυτών στην Υπηρεσία Αγροτικών Ερευνών του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ. Όπως είπε, αν και τα νέα ευρήματα είναι ενδιαφέροντα, δεν μπορούν να θεωρηθούν οριστικά, με δεδομένη τη μεγάλη ποικιλομορφία στις βιολογικές/ οργανικές πρακτικές και στην υπάρχουσα δυσκολία να γίνουν διαχρονικές συγκρίσεις.
Σημειωτέον ότι ακόμα δεν υπάρχουν μακρόχρονες έρευνες (διάρκειας άνω των δύο ετών) που να συγκρίνουν τις τυχόν διαφορές στις επιπτώσεις για την υγεία μεταξύ όσων τρώνε μόνο συμβατικά και όσων τρώνε μόνο βιολογικά προϊόντα.
Σύμφωνα πάντως με τους ερευνητές, πέρα από τα θέματα της υγείας, υπάρχουν άλλοι λόγοι που θα μπορούσε κανείς να προτιμήσει τα βιολογικά προϊόντα, όπως η (πιθανή) καλύτερη γεύση, το ενδιαφέρον του για το περιβάλλον και τα ζώα, η διαφωνία του για τα γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα και επιτέλους ας προτιμήσουμε να έχουμε στο πιάτο μας φαγητό χωρίς φάρμακα (όσο είναι δυνατόν βέβαια)!