Κανένα ενδιαφέρον από το σχολείο για το άρρωστο παιδί μου - Γιατί;

Κανένα ενδιαφέρον από το σχολείο για το άρρωστο παιδί μου - Γιατί;

Σήμερα έχουμε ίωση. Το παιδί δεν πάει στο σχολείο. Και τι νομίζετε ότι κάνει το σχολείο γι' αυτό; Τίποτα απολύτως. Δεν ξέρω καν αν έγινε αντιληπτή η απουσία του.

Ο δάσκαλος ξέρει το παιδί από πρωτάκι. Είναι μαζί του πέντε ώρες κάθε μέρα. Του έχω εμπιστευτεί το θησαυρό μου αλλά δε θέλει ελέγχους ούτε ν’ ανακατεύομαι στη δουλειά του. Θέλει να φύγω ήσυχη ότι το παιδί είναι σε καλά χέρια. Είναι όμως;

Όταν λείπουμε απ’ την παιδική χαρά, με ρωτούν οι γειτόνισσες στο σούπερ μάρκετ και στο φούρνο: «Γειά σας, έχουμε να δούμε το Γιαννάκη πολύ καιρό, είστε καλά;» Οι γειτόνισσες δεν ζουν με το παιδί μου κάθε μέρα. Δεν τους το έχω εμπιστευτεί να το προσέχουν κάθε πρωί. Ούτε τηλέφωνα δεν έχουμε ανταλλάξει. Κι όμως, δείχνουν ενδιαφέρον.

Ο δάσκαλος γιατί δεν κάνει τον κόπο να ρωτήσει «Τι συμβαίνει, είναι καλά το παιδί;» Δε θα έπρεπε να είναι αυτονόητο; Απλό ανθρώπινο ενδιαφέρον;

Ας πούμε όμως πως ο δάσκαλος δεν είναι καλός στα κοινωνικά. Ας πούμε ότι όλοι οι δάσκαλοι που είχε ως τώρα το παιδί δεν το έχουν με τους καλούς τρόπους. Έστω.

Τι γίνεται με τον ακαδημαϊκό τομέα, που είναι η δουλειά τους; Δε θα έπρεπε να φροντίζουν στο τέλος κάθε μέρας να σιγουρευτούν ότι το παιδί θα πάρει την ύλη που πρέπει να διαβάσει; Ότι θα ενημερωθεί για το τι ειπώθηκε στην τάξη; Ένα απλό ημέηλ ή ένα τηλεφώνημα στο σχόλασμα θα ήταν αρκετό. Όμως όχι, ούτε αυτό μπορεί να το κάνει ο δάσκαλος ή η δασκάλα. Μόλις χτυπήσει το κουδούνι φεύγει, το ίδιο ανυπόμονος να τελειώσει το σχολείο όσο και τα παιδιά.

Κι έτσι εσύ γονιέ, που έχεις επιστρατεύσει τη γιαγιά ή έχεις πάρει άδεια από τη δουλειά για να φυλάξεις το παιδί, πρέπει τώρα ν’ αρχίσεις τα τηλέφωνα. Θεωρείται δεδομένο βέβαια πως τους γνωρίζεις όλους και έχετε επαφή. Αν δεν τους ξέρεις, λυπάμαι, χάσατε.

Έστω λοιπόν ότι είστε από τους τυχερούς. Παίρνεις λοιπόν στο σπίτι του Γιώργου, αλλά δεν απαντά κανείς. Θυμάσαι πως ο Γιώργος κάνει ολοήμερο. Παίρνεις στου Πέτρου, αλλά τον Πέτρο τον παίρνει η γιαγιά του και δεν έχεις το νούμερό της. Παίρνεις το Βασίλη, αλλά ο Βασίλης έχει αγγλικά. Πότε θα γυρίσει; Μετά τις πέντε, γιατί μετά πάει και μπάσκετ. Παίρνεις τον Κώστα, αλλά ο Κώστας έχει ξεχάσει να σημειώσει τις ασκήσεις της γλώσσας. Παίρνεις την Ιωάννα, αλλά λείπει στο τάδε μάθημα. Παίρνεις τη Νίκη, την Ελένη, τον Παναγιώτη.

Αφού κλείσεις επιτέλους το τηλέφωνο, ξέρεις πως θα πρέπει να το ξανακάνεις αυτό κάθε μέρα, ώσπου το παιδί να γίνει καλά και να πάει σχολείο. Πως κάθε μέρα θα ενοχλείς ανθρώπους στο σπίτι, στη δουλειά, την ώρα του ύπνου ή του φαγητού.

Αν καταφέρεις να βρεις την ύλη, καλώς, το παιδί δε θα μείνει πίσω στα μαθήματά του. Αν όχι, κρίμα, το σχολείο δε φέρει καμία ευθύνη.

Και σας ρωτώ: γιατί; Πόσος κόπος θα ήταν ένα τηλεφώνημα την ώρα του σχολάσματος; Πόσο δύσκολο θα ήταν να υπάρχει ένα χαρτί μέσα στην τάξη κάθε φορά που λείπει ένα παιδί και κάθε δάσκαλος (γλώσσας, αγγλικών, κτλ) να γράφει τι έκανε και τι ασκήσεις έβαλε;

Ένα χαρτί που δάσκαλοι και παιδιά θα μπορούσαν να γράψουν κάτι για το παιδί που λείπει (π.χ. «περαστικά» «γίνε γρήγορα καλά»). Μ’ ένα κινητό θα μπορούσαν να το φωτογραφήσουν και μέσα σε μια στιγμή να το στείλουν στο κινητό ή το ημέηλ των γονιών του άρρωστου παιδιού για να το δει και να νιώσει ότι τον σκέφτονται. Για να του δημιουργήσει τη θέληση να επιστρέψει μια ώρα αρχύτερα στο σχολείο.

Είναι τόσο δύσκολο αυτό που ζητώ; Είναι τελικά τόσο δύσκολο να είμαστε άνθρωποι; Να δείχνουμε τη στοιχειώδη ευγένεια;Να κάνουμε έστω τη δουλειά μας όπως πρέπει;

Πείτε μου, γιατί δεν ξέρω αν εγώ είμαι παράλογη ή αν ζω σ’ έναν παράλογο κόσμο...

ilia
Όνομα Συγγραφέα:
Με λένε Ήλια. Δεν ξέρω αν φταίει το ασυνήθιστο όνομά μου, αλλά από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου σκεφτόμουν αλλιώτικα. Οι ερωτήσεις μου έφερναν γονείς και δασκάλους σε απελπισία. "Αφού οι πολιτικοί...